French - Greek Dictionary
French language page.
- abaisser -- καταβιβάζω
- abandonner -- παρατάω; εγκαταλείπω
- abdiquer -- αφήνω
- abhorrer -- απεχθάνομαι
- abjurer -- απαρνούμαι
- aboyer -- γαβγίζω
- abraser -- λειαίνω
- abréger -- συντομεύω
- abrutir -- αποβλακώνω
- absoudre -- συγχωρώ
- accélérer -- επιταχύνω
- accepter -- αποδέχομαι; δέχομαι
- acclamer -- επευφημώ
- accompagner -- συνοδεύω
- accoucher -- γεννώ
- accourir -- προστρέχω
- accueillir -- δέχομαι
- accuser -- κατηγορώ
- acheter -- αγοράζω
- acquérir -- αποκτώ
- acquiescer -- συγκατατίθεμαι
- acquitter -- αθωώνω
- additionner -- προσθέτω
- admettre -- δέχομαι
- administrer -- διοικώ
- admirer -- θαυμάζω
- adopter -- δέχομαι
- adoucir -- γλυκαίνω
- aduler -- λατρεύω
- aérer -- αερίζω
- affabuler -- ψευδολογώ
- affriander -- δελεάζω
- agenouiller -- γονατίζω
- agir -- δρω
- agoniser -- αγωνιώ
- agréer -- δέχομαι
- agrémenter -- διανθίζω
- aider -- βοηθώ
- aiguiser -- ακονίζω
- aimer -- αγαπάω; αρέσω; αγαπώ
- ajourer -- διατρυπώ
- aliéner -- αποξενώνω
- aller -- πάω; πηγαίνω
- allumer -- ανοίγω; ανάβω
- alourdir -- βαραίνω
- alphabétiser -- αλφαβητίζω
- ambitionner -- φιλοδοξώ
- améliorer -- βελτιώνω
- amener -- φέρνω
- amnistier -- αμνηστεύω
- amplifier -- ενισχύω
- amputer -- ακρωτηριάζω
- anagrammatiser -- αναγραμματίζω
- ancrer -- αγκιροβολώ
- anéantir -- εκμηδενίζω
- ankyloser -- αγκυλώνω
- annoncer -- αγγέλω
- antagoniser -- ανταγωνίζομαι
- antécéder -- προηγούμαι
- apaiser -- κατευνάζω
- appartenir -- ανήκω
- appâter -- δολώνω
- applaudir -- χειροκροτώ
- apprécier -- αγαπώ
- apprendre -- μαθαίνω
- approcher -- προσπελάζω
- approuver -- εγκρίνω; επιδοκιμάζω
- archaïser -- αρχαΐζω
- archiver -- αρχειοθετώ
- arnaquer -- αρπάζω
- arpenter -- χωρομετρώ
- arranger -- κανονίζω
- arriver -- αφικνούμαι; φτάνω
- articuler -- αρθρώνω
- assassiner -- δολοφονώ
- assiéger -- πολιορκώ
- assourdir -- κουφαίνω
- assumer -- αναλαμβάνω; υποθέτω
- assurer -- ασφαλίζω
- attacher -- δένω
- attendre -- περιμένω
- atticiser -- αττικίζω
- attrister -- θλίβω
- augmenter -- αυξάνω
- avertir -- προειδοποιώ
- aveugler -- εκτυφλώνω
- avoir -- έχω
- avorter -- αποβάλλω
- avouer -- ομολογώ
- badigeonner -- σοβατίζω
- bafouer -- χλευάζω
- bafouiller -- τραυλίζω
- baigner -- λούω
- bâiller -- χασμουριέμαι
- bâillonner -- φιμώνω
- baiser -- γαμώ; φιλώ
- balayer -- σκουπίζω
- balbutier -- τραυλίζω
- bander -- τεντώνω
- bannir -- εξορίζω
- baptiser -- βαφτίζω
- batailler -- αγωνίζομαι
- batifoler -- παιδιαρίζω
- bâtir -- χτίζω
- battre -- χτυπώ
- bégayer -- τραυλίζω
- bêler -- βελάζω
- bénéficier -- ωφελούμαι
- bénir -- ευλογώ
- bercer -- νανουρίζω
- biner -- σκαλίζω
- bivouaquer -- στρατοπεδεύω
- blâmer -- κατακρίνω
- blasphémer -- βλασφημώ
- blesser -- πληγώνω
- boire -- πίνω
- boiter -- κουτσαίνω
- booster -- ενισχύω
- boucher -- βουλώνω
- bouder -- κρατάω μούτρα
- bouillir -- αναβράζω
- brider -- χαλινώνω
- broncher -- παραπατώ
- brouter -- βόσκω
- brûler -- καίγομαι
- cabosser -- βαθουλώνω
- cacher -- κρύβω
- calmer -- ηρεμώ
- calomnier -- συκοφαντώ
- cambrioler -- διαρρηγνύω
- camoufler -- αποκρύπτω
- cancaner -- κουτσομπολεύω
- canoniser -- αγιοποιώ
- capituler -- συνθηκολογώ
- capturer -- αιχμαλωτίζω
- caresser -- χαϊδεύω
- caricaturer -- γελοιογραφώ
- casser -- σπάζω
- cf. -- βλ.
- changer -- αλλάζω
- chanter -- τραγουδώ
- chantonner -- σιγοτραγουδώ
- charmer -- γοητεύω
- charpenter -- πελεκώ
- chatouiller -- γαργαλώ
- chauler -- σοβαντίζω
- chercher -- ψάχνω
- chevaucher -- καβαλικεύω
- chicaner -- φιλονικώ
- choisir -- διαλέγω
- chômer -- kauma" ( καυμα)
- choyer -- θωπεύω
- chronométrer -- χρονομετρώ
- chuchoter -- ψιθυρίζω
- circoncire -- περιτέμνω
- civiliser -- εκπολιτίζω
- clapoter -- παφλάζω
- clignoter -- αναβοσβήνω
- clore -- κλείνω
- clouer -- καρφώνω
- coaguler -- πήζω
- coasser -- κοάζω
- cocufier -- κερατώνω
- coder -- κωδικογραφώ
- codifier -- κωδικοποιώ
- cogner -- χτυπώ
- colliger -- συλλέγω
- coloniser -- αποικίζω
- combattre -- αγωνίζομαι
- commencer -- αρχίζω
- commenter -- σχολιάζω
- commercer -- εμπορεύομαι
- communiquer -- επικοινωνώ
- compactifier -- συμπαγοποιώ
- comparer -- συγκρίνω
- compléter -- ολοκληρώνω
- comprendre -- κατανοώ
- comptabiliser -- χρεώνω
- compter -- υπολογίζω
- concentrer -- συγκεντρώνω
- concourir -- διαγωνίζομαι
- condenser -- συμπυκνώνω
- conduire -- οδηγώ
- confesser -- εξομολογώ
- confondre -- συγχέω
- conjecturer -- εικοτολογώ
- conjuguer -- κλίνω
- connaître -- γνωρίζω
- connecter -- συνδέω
- conquérir -- κατακτώ
- consacrer -- αγιάζω
- conseiller -- συμβουλεύω
- considérer -- θεωρώ
- consister -- συνίσταμαι
- consoler -- παρηγορώ
- consommer -- καταναλώνω
- conspirer -- συνωμοτώ
- construire -- οικοδομώ
- continuer -- συνεχίζω
- contre-attaquer -- αντεπιτίθεμαι
- contrefaire -- παραχαράζω
- contre-ordonner -- αντιδιατάσσω
- convoiter -- εποφθαλμιώ
- convoquer -- συγκαλώ
- copier -- αντιγράφω
- copuler -- συνουσιάζομαι
- correspondre -- αλληλογραφώ; αντιστοιχώ
- coucher -- συνουσιάζομαι
- coudre -- ράβω
- couper -- κόβω
- courir -- τρέχω
- couter -- κοστίζω
- couvrir -- καλύπτω; σκεπάζω
- cracher -- φτύνω
- craindre -- φοβάμαι
- créer -- δημιουργώ
- creuser -- σκάβω
- crisper -- εκνευρίζω; συσπώ
- croasser -- κράζω
- croire -- πιστεύω
- croustiller -- τραγανίζω
- cuire -- μαγειρεύω
- dactylographier -- δακτυλογραφώ
- daigner -- καταδέχομαι
- damner -- κολάζω
- danser -- χορεύω
- débarquer -- αποβιβάζομαι
- débattre -- διαπραγματεύομαι
- débrouiller -- ξεμπερδεύω
- décaper -- ξεσκουριάζω
- décapiter -- αποκεφαλίζω
- décevoir -- απογοητεύω
- déchirer -- σκίζω
- déchoir -- εκπίπτω
- décider -- αποφασίζω
- déclarer -- δηλώνω
- décoller -- απογειώνω; ξεκολλώ
- décomprimer -- αποσυμπιέζω
- déconcerter -- προβληματίζω
- décréter -- διατάζω
- dédaigner -- απαξιώνω
- dédramatiser -- αποδραματοποιώ
- déduire -- συμπεραίνω
- défaire -- ξεϋφαίνω
- défendre -- απολογούμαι
- défenestrer -- εκπαραθυρώνω
- déféquer -- αφοδεύω
- défier -- προκαλώ
- défroquer -- αποσχηματίζω
- dégénérer -- εκφυλίζομαι
- dégoiser -- ξεστομίζω
- dégonfler -- ξεφουσκώνω
- dégouter -- αηδιάζω
- déguerpir -- ξεκουμπίζομαι
- déguiser -- μεταμφιέζω
- déifier -- θεοποιώ
- délaisser -- αφήνω
- délimiter -- οριοθετώ
- délirer -- παραληρώ
- démagogiser -- δημαγωγώ
- demander -- ρωτώ; αιτώ
- démaquiller -- ξεμακιγιάρω
- démissionner -- παραιτούμαι
- démontrer -- αποδεικνύω
- dénombrer -- απαριθμώ
- dénoncer -- καταδίδω
- dénouer -- λύνω
- dénuder -- ξεγυμνώνω
- dépendre -- εξαρτιέμαι
- dépenser -- ξοδεύω
- dépeupler -- εκκενώνω
- dépoussiérer -- ξεσκονίζω
- dépraver -- διαφθείρω
- déraper -- γλιστρώ
- dérober -- αποκρύπτω
- désactiver -- απενεργοποιώ
- désapprendre -- ξεμαθαίνω
- désarmer -- αφοπλίζω
- descendre -- κατεβάζω; κατεβαίνω
- désengager -- αποδεσμεύω
- désenivrer -- ξεμεθώ
- déserter -- λιποτακτώ
- désespérer -- απελπίζω
- déshabiller -- ξεντύνω
- désherber -- βοτανίζω
- déshonorer -- ατιμάζω
- désillusionner -- απογοητεύω
- désirer -- επιθυμώ
- désobéir -- απειθώ
- désorienter -- αποπροσανατολίζω
- dessécher -- αποξηραίνω
- détester -- μισώ
- détourner -- αποτρέπω
- détrôner -- εκθρονίζω
- détruire -- καταστρέφω
- dévaliser -- κατακλέβω
- développer -- αναπτύσσω
- deviner -- μαντεύω
- devoir -- πρέπει; οφείλω
- diaboliser -- καθιστώ διαβολικό
- digérer -- χωνεύω
- dilater -- διαστέλλω
- dire -- λέγω
- discipliner -- πειθαρχώ
- discourir -- αγορεύω
- dissimuler -- αποκρύπτω
- dissuader -- αποτρέπω
- divaguer -- παραμιλώ
- diviser -- διαιρώ; διχάζω
- dogmatiser -- δογματίζω
- donner -- δίνω
- dormir -- κοιμάμαι
- doubler -- διπλασιάζω
- douter -- αμφιβάλλω
- dramatiser -- δραματοποιώ
- durcir -- σκληραίνω
- dynamiser -- ενδυναμώνω
- dynamiter -- δυναμιτίζω
- dysfonctionner -- δυσλειτουργώ
- écarquiller -- γουρλώνω
- écarter -- απομακρύνω; παραμερίζω
- échanger -- ανταλλάσσω
- échouer -- αποτυχαίνω
- écœurer -- αηδιάζω
- écouter -- ακούω
- écrire -- γράφω σε; γράφω
- écumer -- ξαφρίζω
- éduquer -- εκπαιδεύω
- égaliser -- ισοφαρίζω
- éjaculer -- εκσπερματώνω
- élargir -- διευρύνω
- électriser -- ηλεκτρίζω
- élire -- εκλέγω
- émaner -- προέρχομαι; αναδύομαι
- émasculer -- ευνουχίζω
- emballer -- αμπαλάρω
- embarrasser -- σαστίζω; μπουρδουκλώνω
- emberlificoter -- τυλίγω
- embraser -- πυρπολώ; ανάβω
- embrasser -- φιλώ; αγκαλιάζω
- émettre -- εκπέμπω
- émoustiller -- χαροποιώ
- émouvoir -- συγκινώ
- empêcher -- εμποδίζω
- empirer -- χειροτερεύω
- empoigner -- συνεπαίρνω
- empoisonner -- δηλητηριάζω
- empourprer -- πορφυρίζω
- emprisonner -- φυλακίζω
- emprunter -- δανείζομαι; μιμούμαι; παίρνω
- encourager -- ενθαρρύνω
- endormir -- αποκοιμίζω
- énerver -- εκνευρίζω
- enfanter -- γεννώ
- enfler -- πρήζομαι
- englober -- περιλαμβάνω
- engraisser -- παχαίνω
- enivrer -- μεθώ
- énoncer -- διατυπώνω
- enregistrer -- καταγράφω
- enseigner -- διδάσκω
- ensevelir -- θαμμένος
- ensorceler -- γοητεύω
- entendre -- ακούω
- entrainer -- παρασύρω
- entraîner -- παρασύρω
- entreposer -- αποθηκεύω
- entrer -- μπαίνω
- envelopper -- τυλίγω
- épeler -- συλλαβίζω
- épier -- καιροφυλακτώ
- épouser -- παντρεύομαι
- épousseter -- ξεσκονίζω
- épouvanter -- τρομάζω
- escroquer -- εξαπατώ
- espérer -- ελπίζω
- espionner -- κατασκοπεύω
- esquiver -- αποφεύγω
- essayer -- πειράζω
- essorer -- στραγγίζω
- essouffler -- λαχανιάζω
- estimer -- αγαπώ
- éteindre -- σβήνω
- étendre -- επεκτείνω
- éternuer -- φταρνίζομαι
- étouffer -- πνίγω
- étrangler -- στραγγαλίζω
- être -- είμαι
- étudier -- μελετώ
- éventer -- αερίζω
- évoluer -- εξελίσσομαι
- exagérer -- υπερβάλλω
- examiner -- εξετάζω
- exaucer -- εισακούω
- exclure -- αποκλείω
- excréter -- εκκρίνει
- exhaler -- αποπνέω
- exhiber -- επιδεικνύω
- exiger -- αξιώνω
- exiler -- εξορίζω
- exister -- υπάρχω
- exonérer -- απαλλάσσω
- expier -- εξιλεώνω
- expirer -- εκπνέω
- expliquer -- εξηγώ
- exploser -- ανατινάζω
- exposer -- εκθέτω
- exprimer -- εκφράζω
- exproprier -- απαλλοτριώνω
- exténuer -- εξουθενώνω
- extérioriser -- εξωτερικεύω
- faciliter -- διευκολύνω
- faire -- κάνω
- falloir -- πρέπει
- falsifier -- παραποιώ
- faner -- μαραίνω
- fantasmer -- ονειροπολώ
- fasciner -- θέλγω
- fatiguer -- κουράζω
- féliciter -- συγχαίρω
- fendre -- σχίζω
- fermer -- κλείνω
- fesser -- δέρνω
- feuilleter -- ξεφυλλίζω
- ficeler -- δένω
- flâner -- σουλατσάρω
- flatter -- κολακεύω
- fléchir -- κάμπτω
- flirter -- ερωτοτροπώ
- fonctionner -- λειτουργώ
- fondre -- λιώνω
- forger -- χαλκεύω; επινοώ
- fortifier -- οχυρώνω
- foudroyer -- κεραυνοβολώ
- fouetter -- μαστιγώνω
- foutre -- γαμώ
- fraterniser -- συναδελφώνομαι
- fredonner -- σιγοτραγουδώ
- frétiller -- σπαρταρώ
- frimer -- καυχιέμαι
- frissonner -- ριγώ
- frotter -- τρίβω
- froufrouter -- θροΐζω
- fructifier -- καρποφορώ
- frustrer -- απογοητεύω
- fuir -- ξεφεύγω
- fumer -- καπνίζω; κοπρίζω
- galvaniser -- ηλεκτρίζω; γαλβανίζω
- garantir -- βεβαιώνω
- gargouiller -- γουργουρίζω
- geler -- παγώνω
- gémir -- αναστενάζω
- germer -- βλαστάνω
- gésir -- κείμαι
- gesticuler -- χειρονομώ
- glisser -- γλιστρώ
- glorifier -- δοξάζω
- gouverner -- κυβερνώ
- gratifier -- αμείβω
- greffer -- εμβολιάζω
- grelotter -- ριγώ
- grignoter -- τσιμπώ
- grimacer -- μορφάζω
- grincer -- τρίζω
- grogner -- γκρινιάζω
- grossir -- χοντραίνω
- guetter -- καιροφυλακτώ
- guider -- άγω
- habiller -- ντύνω; ξεντύνομαι
- habiter -- κατοικώ
- habituer -- συνηθίζω
- hâbler -- κομπάζω
- hacher -- ψιλοκόβω
- haïr -- μισώ
- haleter -- λαχανιάζω
- harceler -- παρενοχλώ
- helléniser -- εξελληνίζω
- hennir -- χλιμιντρίζω
- herboriser -- βοτανολογώ
- hiverner -- διαχειμάζω
- homogénéiser -- ομογενοποιώ
- humer -- οσφραίνομαι
- humidifier -- υγραίνω
- humilier -- εξευτελίζω
- hurler -- ουρλιάζω
- hypnotiser -- υπνωτίζω
- ignorer -- αγνοώ
- impartir -- μοιράζω
- impatienter -- ανυπομονώ
- implorer -- αιτούμαι
- imprimer -- τυπώνω
- inaugurer -- εγκαινιάζω
- incorporer -- ενσωματώνω
- incriminer -- ενοχοποιώ
- industrialiser -- βιομηχανοποιώ
- infester -- λυμαίνομαι
- infiltrer -- διεισδύω
- infliger -- επιβάλλω
- influencer -- επηρεάζω
- influer -- επηρεάζω
- informer -- πληροφορώ
- inonder -- πλημμυρίζω
- inspirer -- εισπνέω
- installer -- εγκαθιστώ
- insulter -- βρίζω
- insurger -- εξεγείρομαι
- interdire -- απαγορεύω
- internationaliser -- διεθνοποιώ
- interroger -- ανακρίνω
- introduire -- αγγέλω
- introniser -- ενθρονίζω
- invalider -- ακυρώνω
- inventer -- εφευρίσκω
- inviter -- προσκαλώ
- invoquer -- επικαλούμαι
- jaillir -- αναβλύζω
- jeûner -- νηστεύω
- jouer -- παίζω
- jouir -- απολαμβάνω; χύνω; απολαύω
- jouxter -- γειτονεύω
- jucher -- κουρνιάζω
- jurer -- ορκίζομαι
- labourer -- οργώνω
- laconiser -- λακωνίζω
- laisser -- αφήνω
- langer -- φασκιώνω
- larmoyer -- κλαψουρίζω
- laver -- πλένω
- lécher -- γλείφω
- légaliser -- νομιμοποιώ
- léser -- ζημιώνω
- lever -- εγείρω
- limiter -- περιορίζω
- liquéfier -- υγροποιώ
- lire -- διαβάζω
- livrer -- αφήνω
- louer -- αγκαζάρω; επαινώ
- louvoyer -- λοξοδρομώ
- lubrifier -- λιπαίνω
- lutter -- αγωνίζομαι; παλεύω
- maltraiter -- κακομεταχειρίζομαι
- manger -- τρώω
- manifester -- διαδηλώνω
- manipuler -- χειρίζομαι
- marcher -- βαδίζω
- masquer -- αποκρύπτω
- massacrer -- σφαγιάζω
- masturber -- αυνανίζω
- mater -- καταστέλλω
- maudire -- καταριέμαι
- méconnaitre -- αγνοώ
- méconnaître -- αγνοώ
- médire -- κακολογώ
- méduser -- καταπλήσσω
- menacer -- απειλώ
- mendier -- ζητιανεύω
- mentir -- ψεύδομαι
- mépriser -- περιφρονώ
- mériter -- αξίζω
- mésinterpréter -- παρερμηνεύω
- mesurer -- μετρώ
- mettre -- βάζω
- meugler -- μουγκρίζω
- miauler -- νιαουρίζω
- migrer -- μεταναστεύω
- mijoter -- σιγοβράζω
- mimer -- μιμούμαι
- minauder -- καμώνομαι
- minéraliser -- ορυκτοποιώ
- minorer -- ελαχιστοποιώ
- moisir -- μουχλιάζω
- monter -- ανεβαίνω
- montrer -- δείχνω
- mordre -- δαγκώνω
- mouiller -- μουσκεύω
- mouler -- καλουπώνω
- mourir -- πεθαίνω
- mouvoir -- κινώ
- mugir -- μουγκρίζω
- murir -- ωριμάζω
- mûrir -- ωριμάζω
- murmurer -- μουρμουρίζω
- museler -- φιμώνω
- mythifier -- μυθοποιώ
- nager -- κολυμπώ
- naître -- γεννιέμαι
- narguer -- αψηφώ
- narrer -- αφηγούμαι
- naturaliser -- πολιτογραφώ
- nécessiter -- χρειάζομαι
- négliger -- παραμελώ
- nettoyer -- καθαρίζω; νίβω
- niveler -- ισοπεδώνω
- nourrir -- τρέφω
- nuiter -- νυχτερεύω
- obéir -- υπακούω
- obliger -- υποχρεώνω
- observer -- παρατηρώ
- occuper -- καταλαμβάνω
- offrir -- προσφέρω
- oindre -- χρίζω
- ordonner -- τακτοποιώ
- organiser -- οργανώνω
- osciller -- ταλαντεύομαι
- oser -- τολμώ
- oublier -- ξεχνώ
- ourdir -- εξυφαίνω
- outrepasser -- υπερβαίνω
- ouvrir -- ανοίγω
- paître -- βοσκώ
- palper -- ψηλαφώ
- parachever -- αποτελειώνω
- paraître -- φαίνομαι
- paralléliser -- παραλληλίζω
- paralyser -- παραλύω
- paraphraser -- παραφράζω
- parler -- μιλώ
- partager -- μοιράζομαι
- participer -- συμμετέχω
- pasteuriser -- παστεριώνω
- patauger -- βαλτώνω
- patrouiller -- περιπολώ
- payer -- πληρώνω
- pécher -- αμαρτάνω
- pêcher -- ψαρεύω
- peigner -- χτενίζω
- pendre -- κρεμώ
- penser -- σκέφτομαι
- perfectionner -- τελειοποιώ
- persécuter -- διώκω
- persuader -- πείθω
- pervertir -- διαστρέφω
- péter -- κλάνω
- pétrifier -- απολιθώνω
- pétrir -- ζυμώνω
- picorer -- τσιμπολογώ
- pigeonner -- κοροϊδεύω
- piquer -- σουφρώνω
- placarder -- τοιχοκολλώ
- plaindre -- οικτίρω
- plaire -- αρέσω
- plaisanter -- αστειεύομαι
- plaquer -- εγκαταλείπω
- plastifier -- πλαστικοποιώ
- pleurer -- κλαίω
- pleurnicher -- κλαψουρίζω
- pleuvoir -- βρέχει
- poivrer -- πιπερώνω
- polir -- γυαλίζω
- porter -- φορώ
- positionner -- τοποθετώ
- pourvoir -- παρέχω; παρεχω
- pouvoir -- μπορώ
- précéder -- προηγούμαι
- prêcher -- κηρύττω; προπαγανδίζω
- prédire -- προβλέπω
- prendre -- παίρνω
- préoccuper -- απασχολώ
- préparer -- προετοιμάζω
- prétendre -- προφασίζομαι
- prêter -- δανείζω
- prévoir -- προβλέπω
- prier -- προσεύχομαι
- privilégier -- ευνοώ
- produire -- παράγω
- profaner -- βεβηλώνω
- proférer -- προφέρω
- promouvoir -- προωθώ
- prononcer -- προφέρω
- prophétiser -- προφητεύω
- proposer -- προτείνω
- propulser -- προωθώ
- prospérer -- ακμάζω
- prostituer -- πορνεύω
- protéger -- προστατεύω
- protester -- διαμαρτύρομαι
- provenir -- προέρχομαι
- publier -- δημοσιεύω
- puiser -- αντλώ
- punir -- τιμωρώ
- purifier -- εξαγνίζω
- quantifier -- ποσοτικοποιώ
- quereller -- καβγαδίζω
- quitter -- εγκαταλείπω
- raccommoder -- καρικώνω
- raccourcir -- συντομεύω
- radoter -- μωρολογώ
- raffermir -- ενισχύω
- raffiner -- αποστάζω
- ramasser -- μαζεύω
- ramer -- κωπηλατώ
- rançonner -- λυτρώνω
- ravigoter -- αναζωογονώ
- rayonner -- ακτινοβολώ
- réagir -- αντιδρώ
- réaliser -- πραγματοποιώ
- récapituler -- ανακεφαλαιώνω
- receler -- υποκρύπτω
- recevoir -- δέχομαι
- recourir -- καταφεύγω
- recueillir -- δέχομαι
- réfléchir -- σκέφτομαι
- regarder -- κοιτάζω
- regéolocaliser -- επαναγεωεντοπίζω
- régler -- άγω
- régner -- βασιλεύω
- regorger -- ξεχειλίζω
- régresser -- μειώνομαι
- regretter -- λυπάμαι; δυσαρεστούμαι
- réjouir -- ευφραίνω; χαροποιώ
- reluquer -- λιμπίζομαι
- rembourser -- αποτίνω
- remercier -- ευχαριστώ
- rencontrer -- συναντώ
- renégocier -- επαναδιαπραγματεύομαι
- renifler -- ρουφώ
- renvoyer -- αποπέμπω
- repérer -- εντοπίζω
- répéter -- επαναλαμβάνω
- replisser -- πλισάρω ξανά
- répondre -- απαντώ
- réprimander -- μέμφομαι
- réquisitionner -- αγγαρεύω
- réserver -- αγκαζάρω
- respirer -- αναπνέω
- ressembler -- μοιάζω
- ressentir -- αισθάνομαι
- retirer -- αποχωρώ
- retourner -- επιστρέφω; αναποδογυρίζω
- réunir -- αθροίζω
- révéler -- αποκαλύπτω; φανερώνω
- rêver -- ονειρεύομαι
- revêtir -- δέχομαι
- revivre -- ξαναζωντανεύω
- révolter -- επαναστατώ
- révulser -- αναστρέφω
- rincer -- ξεπλένω
- rire -- γελώ
- risquer -- ρισκάρω
- rôder -- γυροφέρνω
- ronchonner -- γκρινιάζω
- ronfler -- ροχαλίζω
- ronronner -- γουργουρίζω
- roucouler -- γουργουρίζω
- rougir -- κοκκινίζω
- rouiller -- σκουριάζω
- rugir -- βρυχώμαι
- ruiner -- φθείρω
- ruminer -- μηρυκάζω
- s’améliorer -- βελτιώνομαι
- s’amuser -- παιδιαρίσματα
- s’asseoir -- κάθομαι
- s’autoévaluer -- αυτοαξιολογούμαι
- s’enfuir -- διαφεύγω
- s’enquérir -- πληροφορούμαι
- saisir -- αιχμαλωτίζω
- saluer -- χαιρετώ
- sarcler -- βοτανίζω
- satisfaire -- ικανοποιώ
- sauter -- πηδώ
- sauver -- σώζω
- savoir -- ξέρω
- sceller -- σφραγίζω
- schématiser -- σχηματίζω
- schtroumpfer -- στρουμφίζω
- scier -- πριονίζω
- scintiller -- σπινθηρίζω
- scruter -- περιεργάζομαι
- sécher -- ξεραίνω
- secouer -- τινάζω
- séduire -- γοητεύω
- semer -- σπέρνω
- sentir -- αισθάνομαι
- seoir -- ταιριάζει
- serrer -- σφίγγω
- siffler -- σφυρίζω
- signer -- υπογράφω
- signifier -- σημαίνω
- singer -- πιθηκίζω
- solidifier -- στερεοποιώ
- solliciter -- αιτούμαι
- sortir -- βγάζω
- souder -- ηλεκτροσυγκολλώ
- souffler -- φυσώ
- souffrir -- δέχομαι; υποφέρω
- souhaiter -- εύχομαι
- soulager -- ανακουφίζω
- soupirer -- αναστενάζω
- sourciller -- συνοφρυώνομαι
- sourire -- χαμογελώ
- soustraire -- αφαιρώ
- souvenir -- θυμάμαι
- stabiliser -- σταθεροποιώ
- subsumer -- εντάσσω
- succéder -- διαδέχομαι
- sucer -- ρουφώ
- suçoter -- πιπιλίζω
- suer -- ιδρώνω
- suffire -- αρκώ
- suffoquer -- πνίγομαι
- suivre -- ακολουθώ
- supplier -- ικετεύω
- surnommer -- αποκαλώ
- surpasser -- ξεπερνώ
- surprendre -- αιφνιδιάζω
- sursauter -- αναπηδώ
- surveiller -- αναμένω
- syllaber -- συλλαβίζω
- sympathiser -- συμπαθώ
- tacher -- λεκιάζω
- tailler -- πελεκώ
- taire -- αποσιωπώ
- tamiser -- κοσκινίζω
- tanguer -- σαλεύω
- taquiner -- πειράζω
- télécharger -- μεταφορτώσει
- télécommander -- τηλεχειρίζομαι
- téléphoner -- τηλεφωνώ
- tendre -- τείνω
- terrifier -- κατατρομάζω
- téter -- θηλάζω
- théologiser -- θεολογώ
- thésauriser -- θησαυρίζω
- tirer -- τραβώ; σέρνω
- tisser -- υφαίνω
- tomber -- πέφτω
- toucher -- αγγίζω
- tourner -- τρέπω
- tousser -- βήχω
- tracer -- περιγράφω
- traduire -- μεταφράζω
- trahir -- προδίδω
- traire -- αρμέγω
- transférer -- μεταβιβάζω
- transformer -- μεταμορφώνω
- transiger -- συμβιβάζομαι
- transmettre -- μεταβιβάζω
- transporter -- μεταφέρω
- travailler -- εργάζομαι
- traverser -- διασχίζω
- trébucher -- παραπατώ; τρεκλίζω
- trembler -- τρέμω
- tremper -- μουσκεύω
- trouver -- βρίσκω
- trucider -- φονεύω
- tuer -- σκοτώνω
- tweeter -- τβιτάρω
- tyranniser -- τυραννώ
- unir -- ενώνω
- uriner -- ουρώ
- user -- φθείρω
- usurper -- σφετερίζομαι
- utiliser -- χρησιμοποιώ
- vagabonder -- τριγυρνώ
- vaincre -- νικώ
- valser -- βαλσάρω
- vanter -- επαινώ
- veiller -- αγρυπνώ
- vendre -- πουλώ
- venger -- εκδικούμαι
- venir -- έρχομαι
- ventiler -- αερίζω
- verser -- χύνω
- vibrer -- δονώ
- vieillir -- γερνώ
- vilipender -- επιτιμώ
- violer -- βιάζω
- visiter -- επίσκεψη
- vitrifier -- υαλοποιώ
- vivifier -- αναζωογονώ
- vivoter -- φυτοζωώ
- vivre -- ζω
- voici -- ιδού
- voir -- βλέπω
- voler -- πετώ; κλέβω
- voter -- ψηφίζω
- vouloir -- θέλω
- voyager -- ταξιδεύω
- vulgariser -- εκλαϊκεύω
- wikifier -- βικιποιώ
- zézayer -- ψευδίζω
- zozoter -- ψευδίζω
By The FreeDict Project.